Κανείς δεν ήθελε ένα μολύβι με γκρι χρώμα. Πώς θα φαινόταν ό,τι έγραφε πάνω στο λευκό χαρτί; Άλλωστε κι εγώ καθόλου δεν ήθελα να καταναλωθώ και να μικρύνω και να πεταχτώ μες στ' άχρηστα. Ήξερα πολύ καλά τι δουλειά κάνουν οι ξύστρες. Έτσι πέρασα όλο το καλοκαίρι μέσα στο κουτί με τα περισσεύματα. Ώσπου άρχισα να βαριέμαι και να θέλω να φύγω. Μα δεν ήθελα να πάω σε κάποιο παιδικό γραφείο πλάι σε μια γόμα και μια ξύστρα. Ήθελα να βγω έξω, να τριγυρίσω, να γνωρίσω καινούργιους μαγικούς κόσμους. Και τότε ήρθε, από έναν άλλο μακρινό τόπο, η Αυγή.

Wednesday

δεν ξέρω γράμματα

Η Αυγή ήταν πολύ υπομονετική μαζί μου. Κάθισε όλο το απόγευμα ήσυχα στην καρέκλα της μόνο και μόνο για να με κρατά όρθιο ανάμεσα στα δάχτυλά της πάνω από τις σελίδες του τετραδίου. Εγώ έτρεχα πάνω κάτω και γέμιζα τις γραμμές. Στεκόμουν μια στιγμή να ξελαχανιάσω και να ξεκουράσω το χέρι της κι ύστερα βιαζόμουν περισσότερο να γράψω όλα τα υπόλοιπα που είχαν κατέβει από το μυαλό μου.
Όταν γέμισα και την τελευταία γραμμή της τελευταίας σελίδας του πρώτου τετραδίου, με ακούμπησε στο αυλάκι του γραφείου της. Ήμουν πολύ λαχανιασμένο και μου πήρε λίγα λεπτά να βάλω πάλι την αναπνοή μου στο φυσικό της ρυθμό.
Την έβλεπα να ξεφυλλίζει το τετράδιό μου, το πρώτο μου τετράδιο, που το έγραψα ολόκληρο μέσα σ’ ένα απόγευμα και περίμενα με αγωνία να μου πει αν της αρέσει η ιστορία μου. Το έκλεισε, έβαλε το πρόσωπό της μέσα στα χέρια της, που με τους αγκώνες τους πατούσαν πάνω στο τετράδιό μου και με κοίταξε πολύ σοβαρά, σαν να ήταν μεγάλη, ή δασκάλα, ή και τα δύο.
“Θέλεις να μάθεις γράμματα;” με ρώτησε. Άνοιξα το στόμα μου αλλά δεν ήξερα τι να πω. Τι ερώτηση ήταν αυτή; Είχα μόλις γράψει ένα ολόκληρο τετράδιο! “Αν η επιθυμία σου είναι να γράφεις ιστορίες, πρέπει πρώτα να μάθεις τα γράμματα, τις λέξεις, τις προτάσεις,” συνέχισε σοβαρά. “Τα σημεία στίξης και την ορθογραφία, επίσης.”
“Δε σου αρέσει η ιστορία μου;” τόλμησα να ρωτήσω.
“Δεν μπορώ να τη διαβάσω,” μου απάντησε τρυφερά κι ωστόσο εγώ ένιωσα πολύ άσχημα. “Αλλά μπορώ να σου μάθω γραφή και ανάγνωση,” είπε με βεβαιότητα. “Έτσι, θα μπορείς κι εσύ να διαβάζεις τις ιστορίες που γράφουν οι άλλοι. Και μια μέρα θα γράφεις πολύ σωστά και όμορφα και όλα τα παιδιά θ’ αγαπούν να διαβάζουν τις ιστορίες σου.”
Αναστέναξα πολύ βαθιά. Πρώτη φορά άκουγα τον ήχο του αναστεναγμού μου. Δεν ήξερα ότι δεν ξέρω γράμματα. Επίσης, δεν ήξερα πόσο πολύ επιθυμούσα να γράφω ιστορίες που να τις αγαπούν τα παιδιά. Εκείνη τη στιγμή η Αυγή σηκώθηκε, μ’ έβαλε στην τσέπη της, πήρε στα χέρια της το τετράδιό μου, είπε “μαμά, κατεβαίνω ως τη γωνία στην ανακύκλωση” και βγήκαμε από το σπίτι.
Παρατήρησα ότι είχε βραδιάσει. Και είχε βάλει ψύχρα. Έφευγε πια το καλοκαίρι στα σίγουρα. Ήμουν σχεδόν ένα χρόνο σ’ αυτή την πόλη. Ένα χρόνο που τον είχα περάσει στο βιβλιοχαρτοπαιχνιδοπωλείο της κυρίας Αίγλης. Ως που, σήμερα, ήρθε η Αυγή από τη μακρινή της πατρίδα και με πήρε από εκείνο τον πάγκο. Και για πρώτη φορά, μόλις αυτό το μεσημέρι, είχα περπατήσει κάτω απ’ τη λιακάδα του Σεπτέμβρη. Και για πρώτη φορά, μόλις απόψε το βράδυ, είχε διατρέξει τη ραχοκοκαλιά μου αυτό το ρίγος της πρώτης φθινοπωρινής ψύχρας καθώς με χάιδευε η βραδινή αύρα, που μοσχοβολούσε απ’ τους κήπους όλης της γειτονιάς.
Ένας μεγάλος πόνος με συγκλόνισε όταν άκουσα το τετράδιό μου να με αποχαιρετά και να γλιστρά και να πέφτει μέσα στον κάδο ανακύκλωσης χαρτιού.
“Δεν είναι λόγος να λυπάσαι,” είπε η Αυγή με μια φωνή σαν χάδι, που τόσο το είχα ανάγκη. “Τίποτα δεν πάει χαμένο.”
Εκείνη τη στιγμή ήξερα ότι θα είμαστε για πάντα μαζί κι ότι θα ζούσαμε μια συναρπαστική ζωή. Με όλες τις χαρές και με όλες τις λύπες που ανήκουν σε κάθε ζωή. Ήξερα ότι η Αυγή είχε έρθει στη ζωή μου για να με διδάξει ανάγνωση και γραφή. Πράγματα που ήταν απολύτως απαραίτητα για να πραγματοποιήσω την επιθυμία και τον προορισμό μου: να γράφω ιστορίες που να κάνουν τα παιδιά ευτυχισμένα.
Ωστόσο, πρέπει να σας εξομολογηθώ, χρειάστηκε ν’ αποχαιρετήσω μερικά ακόμα τετράδια, πάντα με τον ίδιο μεγάλο και συγκλονιστικό πόνο, παραγεμισμένα με ορνιθοσκαλίσματα και ασυναρτησίες, σ’ εκείνη τη γωνία της ανακύκλωσης, ως να μάθω να γράφω σωστά και ωραία τις ιστορίες μου.

No comments:

Post a Comment